Η «Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη προβάλλεται στον Χώρο «Καλλίπολις», την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου στις 7.00μμ
Την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Μικρά Αγγλία» προβάλλει η Ομάδα Κινηματογράφου του
Χώρου Πολιτισμού & Αλληλεγγύης «Καλλίπολις».
Η προβολή θα γίνει την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου στις
7.00μμ, στον Πολυχώρο «Καλλίπολις»
(Καλλιπόλεως 33, Ελληνικό), ο οποίος βρίσκεται 200 μέτρα από τον τερματικό
σταθμό του μετρό και 100 μέτρα από την Ιασωνίδου.
Η
είσοδος είναι δωρεάν και όποιος επιθυμεί μπορεί να προσφέρει φάρμακα, που δεν
χρειάζεται, τρόφιμα μακράς διάρκειας και είδη πρώτης ανάγκης για τις ανάγκες
οικογενειών που έχουν πληγεί από την κρίση.
Παράλληλα στον Χώρο, καθημερινά 6.00-10.00μμ, λειτουργεί η Έκθεση Ζωγραφικής «Αλέξανδρος, ο ασυμβίβαστος καλλιτέχνης», η τριήμερη έκθεση - bazaar κοσμήματος & δώρου, η Έκθεση Βιβλίου «Μνήμη & Τιμή στον Χρήστο Βλάχο», η Έκθεση Βιβλίου και η Έκθεση Παιδικού Βιβλίου της Ομάδας Βιβλίου.
Δείτε στη συνέχεια το πρόγραμμα προβολών του Δεκεμβρίου:
Κυριακή 03.12.2017 (προβλήθηκε): Το Λιμάνι της Χάβρης - Le Havre
Τρίτη 05.12.2017: Ποιος κλέβει ποιον - Cien años de perdón
Κυριακή 10.12.2017: Διχασμένο κορμί - Body Double
Τρίτη 12.12.2017: Πάση θυσία - Hell or high water
Κυριακή 17.12.2017: Μικρά Αγγλία
Τρίτη 19.12.2017: Κάλιο αργά, παρά αργότερα - Something`s Gotta Give
Λίγα λόγια για την ταινία:
Ελληνική ταινία (δραματική, 2013 - έγχρωμη - διάρκεια: 160') του Παντελή Βούλγαρη με τους: Ανδρέα Κωνσταντίνου, Πηνελόπη Τσιλίκα, Σοφία Κόκκαλη, Αννέζα Παπαδοπούλου, Μάξιμο Μουμούρη
Στην Άνδρο της δεκαετίας του ’30, η Μίνα, σύζυγος ναυτικού που λείπει διαρκώς σε ταξίδια, παντρεύει την κόρη της Όρσα με τον νεαρό καπετάνιο και πλοιοκτήτη Νίκο Βατοκούζη και όχι με τον ορφανό υποπλοίαρχο Σπύρο Μαλταμπέ με τον οποίο είναι ερωτευμένη.
Όταν όμως ο τελευταίος γίνει περιζήτητος καπετάνιος, θα παντρευτεί τη μικρότερη κόρη της Μίνας, τη Μόσχα, αναστατώνοντας έτσι επικίνδυνα την οικογενειακή καθημερινότητα.
Περισσότερα από το αθηνόραμα:
Βασισμένος στο λογοτεχνικό μπεστ σέλερ της Ιωάννας Καρυστιάνη, ο Παντελής Βούλγαρης αναβιώνει την περίκλειστη κοινωνία της προπολεμικής Άνδρου και αφηγείται συγκινητικά έναν καταδικασμένο έρωτα. Προσεγμένη σε κάθε επίπεδο παραγωγή, στιγμές γεμάτες συναίσθημα κι ένα θέαμα που -αν και υπερβολικά μεγάλης διάρκειας- σέβεται και αποζημιώνει το ευρύ κοινό.
Στις πρώτες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα ένα καράβι διασχίζει τον ωκεανό φορτωμένο επιθυμίες, όνειρα και διαψεύσεις. Μετά τις «Νύφες», η σεναριογράφος Ιωάννα Καρυστιάνη και ο σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης επανέρχονται πάνω σε ένα παρόμοιο μοτίβο, αυτήν τη φορά μετατοπίζοντας το δραματικό βάρος της θαλασσοδαρμένης ιστορίας τους στη στεριά και σε εκείνους που περιμένουν.
Διασκευάζοντας τη δημοσιευμένη το 1997 «Μικρά Αγγλία», το πρώτο και πλέον αγαπημένο από το κοινό μυθιστόρημα της γνωστής συγγραφέως, μας μεταφέρουν στην Άνδρο του τέλους της δεκαετίας του ’20, όπου ο έρωτας, η μοίρα και το αλμυρό νερό πρόκειται να καθορίσουν τη ζωή των νεαρών αδερφών Όρσας και Μόσχας Σαλταφέρου. Κόρες ενός καπετάνιου χαμένου διαρκώς στα πελάγη, μεγαλώνουν με τη μητέρα τους Μίνα, μια στεγνή γυναίκα, η οποία μετρά τα πάντα ως επενδύσεις και αποδόσεις. Θα αρνηθεί λοιπόν τη γαμήλια πρόταση του φτωχού υποπλοίαρχου Σπύρου Μαλταμπέ με τον οποίο είναι ερωτευμένη η Όρσα, αναγκάζοντάς τη να παντρευτεί τον νεαρό καπετάνιο και πλοιοκτήτη Νίκο Βατοκούζη. Ωστόσο, ο Μαλταμπές όχι μόνο δεν θα αργήσει να εξελιχτεί σε περιζήτητο καραβοκύρη, αλλά θα γίνει και μέλος της οικογένειας Σαλταφέρου, παίρνοντας για γυναίκα του τη μικρή Μόσχα.
Έτσι αδερφές, καπετάνιοι κι ένας ανομολόγητος έρωτας θα προσπαθήσουν να συμβιώσουν κάτω από την ίδια στέγη τη στιγμή που το νησί τους ετοιμάζεται να χτυπηθεί από τη θύελλα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Καρυστιάνη, μετατρέποντας η ίδια τη «Μικρά Αγγλία» από βιβλίο σε σενάριο, επιλέγει σοφά να επικεντρωθεί στην ερωτική ιστορία της Όρσας και του Σπύρου και περιορίζει τα ηθογραφικά και πικάντικα στοιχεία του μυθιστορήματος. Ο Βούλγαρης κρατά ένα συγκρατημένα λυρικό και μελαγχολικά περιγραφικό σκηνοθετικό τόνο (η Άνδρος ως ένα μάλλον αγγελοπουλικό κι ελάχιστα καρτποσταλικό ντεκόρ) προσπαθώντας να εικονογραφήσει το πάθος των ηρώων σε παραλληλισμό με τη μανιασμένη θάλασσα, την ανθισμένη φύση, τα γαλήνια ή ανεμόδαρτα τοπία. Μπορεί η προσέγγισή του να μοιάζει κατά στιγμές παλιομοδίτικη και «λογοτεχνική», αλλά η ματιά του απέναντι στους χαρακτήρες είναι ειλικρινής και τρυφερή -το σπουδαίο αφηγηματικό προσόν του-, σπρώχνοντας δύο πρωταγωνίστριες (την Αν. Παπαδοπούλου/Μίνα και τη Σ. Κόκκαλη/Μόσχα) σε πραγματικά συγκινητικές ερμηνείες.
Συγχρόνως περιγράφει αδρά τον κλειστό, δεμένο με τα κύματα προπολεμικό μικρόκοσμο της Άνδρου και συνδέει άμεσα την τύχη των ηρώων όχι με μελοδραματικές συμπτώσεις, αλλά με συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές και ιστορικές συνθήκες. Υπογράφει έτσι άλλη μία κινηματογραφική σπουδή πάνω στην απώλεια και στο ανεκπλήρωτο πάθος, η οποία -καθώς απογειώνεται συναισθηματικά στο τελευταίο της μέρος- θα ήταν σαφώς δυναμικότερη αν έσφιγγε αφηγηματικά κατά τουλάχιστον ένα εικοσάλεπτο.
Διαβάστε:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου