Ο Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας

«Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατήγορούς μας. Το δείξαμε όταν κινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και ακριβώς αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα».

Νίκος Μπελογιάννης

*** * ***
Στις 30 Μαρτίου του 1952 εκτελείται ο Νίκος Μπελογιάννης. Δικάστηκε και καταδικάστηκε ως κομμουνιστής με την κατηγορία της κατασκοπίας. Ο Μπελογιάννης, γεννήθηκε το 1915 στην Αμαλιάδα και εντάχθηκε στο ΚΚΕ από μικρή ηλικία. Το 1934 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά ενώ το 1936 θα καταδικαστεί ερήμην σε δύο χρόνια φυλάκιση για συμμετοχή σε αγροτικές κινητοποιήσεις.

Τον Μάιο του 1938 συλλαμβάνεται εκ νέου και καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση. Ο Β' παγκόσμιος πόλεμος θα τον βρει στην φυλακή από όπου το Ελληνικό κράτος θα τον παραδώσει στους κατακτητές. Το 1943 θα αποδράσει και θα ενταχθεί στο ΕΑΜ Πελοποννήσου.
Το 1950 ο Νίκος Μπελογιάννης φθάνει παράνομα στην Ελλάδα έτσι ώστε να ανασυντάξει τις οργανώσεις του ΚΚΕ και να διαγράψει τους χαφιέδες. Στις 21 Δεκεμβρίου συλλαμβάνεται και κλείνεται στην φυλακή.
Η υπόθεση ξεσήκωσε μεγάλες αντιδράσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Γνωστοί καλλιτέχνες και πολιτικοί ύψωσαν την φωνή τους έτσι ώστε να δοθεί χάρη στον Νίκο Μπελογιάννη. Ο Πωλ Ελυάρ, ο Ζαν Κοκτώ, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ, ο Ναζίμ Χικμέτ, ο Πάμπλο Πικάσσο, ο Τσάρλι Τσάπλιν, αλλά ακόμα και ο ο Σαρλ Ντε Γκωλ είναι μερικές μόνο από τις προσωπικότητες που διαμαρτυρήθηκαν.

Παρά τις αντιδράσεις την Κυριακή 30 Μαρτίου 1952 και κατά παράβαση κάθε ηθικής δεοντολογίας, οι κρατούμενοι Μπελογιάννης, Καλούμενος, Μπάτσης και Αργυριάδης μεταφέρθηκαν νωρίς το πρωί στο στρατόπεδο στο Γουδή και εκτελέστηκαν δια τυφεκισμού. Ήταν τόσο μεγάλος ο φόβος των αντιδράσεων και για αυτό η εκτέλεση έγινε Κυριακή, πρακτική που δεν επιχείρησαν ούτε οι ναζί κατακτητές.
Την επόμενη μέρα της εκτέλεσης, ο Πάμπλο Πικάσο σχεδίασε και το γνωστό σκίτσο εμπνευσμένο από την φωτογραφία τη μέρα της δίκης, με την οποία ο Μπελογιάννης έγινε διεθνώς γνωστός ως “ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο”. Στην επιμέλεια του θέματος που είχε παρουσιαστεί στην Ελεύθερη ΕΡΤ, είναι ο Χρήστος Αβραμίδης.


από info-war
 
*** * ***
Τα άσχημα μαντάτα ταξιδεύουν γρήγορα μέχρι το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στον Αϊ Στράτη, όπου ζει εξόριστος ο Γιάννης Ρίτσος. Την ίδια μέρα θα γράψει το ποίημα «Ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο».

«Ο Μπελογιάννης πέθανε. Δε θυσίασε τίποτε από την τιμή μας. Ούτε από την ελπίδα που έχουμε στο Αύριο που στραφτοβολά»

Πωλ Ελυάρ

«Στους Μπελογιάννηδες» 

Χαραβγή κατεπάνω του θανάτου
βάδιζεν η καρδιά σου, Παληκάρι,
λες κ’ είταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει
ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.

Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου,
το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει.
Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα,
η προδοσιά χορέβοντας σε φτυούσε.

Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν
να κρατάνε για τον οχτρό ντουφέκι
και γαρούφαλο για το μάβρο Νόμο
σε βάλανε σημάδ’ οι πλερωμένοι
οι αρματολόγοι το χεροδεμένο,
τον Έναν οι πολλοί, τον άντρα οι φούστες,
οι τρίδουλοι το λέφτερο κ’ η λάσπη
τον πρωτανθό της Αρετής, Εσένα!

Δεν έχεις τάφο, άλλ’ όπου ηλιοβολιέται
γαρούφαλο στητό κι όπου βροντάει
καριοφίλι της λεφτεριάς, ολόρθον
η Μούσα σε φιλεί κι ο Μακρυγιάννης.

Δεν έχεις κι όνομα. Οι μάβροι το μαβρίσαν.
Μα το λένε στη ρεματιά τα’ αηδόνια,
οι ανέμοι στα πλατάνια και στα ελάτια
και τα νερά σε θάλασσα και βρύσες.

Μην κλαίτε, μάνες μαβρομαντηλούσες
και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!
Όπου να ναι, Θα τον νεκραναστήσει
μέγας λαός κι αφτός αναστημένος

Κώστας Βάρναλης

«Νίκος Μπελογιάννης»
 
Ο Μπελογιάννης μας έμαθε άλλη μια φορά
πώς να ζούμε και πώς να πεθαίνουμε.
Μ’ ένα γαρύφαλλο ξεκλείδωσε όλη  την αθανασία.
Μ’ ένα χαμόγελο έλαμψε τον κόσμο  για να μη νυχτώνει.
Καλημέρα  σύντροφοι
Καλημέρα  ήλιε
Καλημέρα  Μπελογιάννη.

Γιάννης Ρίτσος, 1952

«Ο Άνθρωπος με το γαρύφαλλο»

Έχω απάνω στο τραπέζι μου
τη φωτογραφία του ανθρώπου
με το άσπρο γαρούφαλο -
που τον ντουφέκισαν
στο μισοσκόταδο
πριν απ’ την αυγή,
κάτω απ’ το φως των προβολέων.

Στο δεξί του χέρι
κρατάει ένα γαρύφαλο
πούναι σα μια φούχτα φως
απ’ την ελληνική θάλασσα.
Τα μάτια του τα τολμηρά,
τα παιδικά,
κοιτάζουν, άδολα,
κάτω από τα βαριά μαύρα τους φρύδια.

Έτσι άδολα -
όπως ανεβαίνει το τραγούδι
σα δίνουν τον όρκο τους
οι κομμουνιστές.
Τα δόντια του είναι κάτασπρα -
ο Μπελογιάννης γελά.
Και το γαρύφαλο στο χέρι του
είναι σαν το λόγο πούπε στους ανθρώπους
τη μέρα της λεβεντιάς -
τη μέρα της ντροπής.
Αυτή η φωτογραφία
βγήκε στο δικαστήριο
ύστερ’ απ’ την καταδίκη σε θάνατο.

περιοδικό «Σοβιετική Γυναίκα», Απρίλης 1952
 Ναζίμ Χικμέτ

(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στην πρώτη δίκη, το Νοέμβρη του 1951):

«Την ευθύνη για το ότι η ελληνική γη είναι σπαρμένη με τάφους και ερείπια, τη φέρουν μόνο οι ξένοι ιμπεριαλιστές και οι Ελληνες υπηρέτες τους».

«Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατηγόρους μας. Το δείξαμε όταν εκινδύνευε η ελευθερία, η ανεξαρτησία και η ακεραιότητά της και, ακριβώς, αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν στη χώρα μας καλύτερες μέρες χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό αγωνιζόμαστε και όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας. Πιστεύω ότι δικάζοντάς μας σήμερα, δικάζετε τον αγώνα για την ειρήνη, δικάζετε την Ελλάδα».

«Οι οργανωτές αυτής της δίκης, ντόπιοι και ξένοι, κατέβαλαν πρωτοφανείς προσπάθειες για να κατασυκοφαντήσουν τον αγώνα του ΚΚΕ, χωρίς να διστάσουν ούτε μπροστά στη διαστρέβλωση γνωστών κειμένων (…) Αλλά παρ’ όλα αυτά, αποδείχτηκε ότι το ΚΚΕ είναι κόμμα πατριωτικό, με τίτλους εθνικούς, που κανένα άλλο κόμμα δεν έχει να παρουσιάσει. Γιατί στο βωμό της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της Ελλάδος έχει προσφέρει φοβερές εκατόμβες (…) Γι’ αυτό οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος δε δολοφονούν εμάς. Δολοφονούν την ειρήνευση και την τιμή της Ελλάδος».

(Αποσπάσματα από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη, στη δεύτερη δίκη, το Φλεβάρη του 1952):

«Αυτή είναι η ελευθερία του κομμουνιστή. Αυτή η ελευθερία να αγωνίζεται για να ανατρέψει την ταξική σκλαβιά κάτω απ’ οποιεσδήποτε συνθήκες. Απ’ αυτό απορρέει και η δύναμη της αντοχής των κομμουνιστών. Δύναμη που αναδεικνύει τις αξίες του αγώνα, της ανιδιοτέλειας στην καθημερινή ακατάπαυστη προσφορά τους, με μόνο αντάλλαγμα τη δικαίωση της εκπλήρωσης του καθήκοντος. Να αντιπαλεύουμε το σύστημα ως την ανατροπή του για την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας».

από koutipandoras

*** * ***
η απολογία του Νίκου Μπελογιάννη
 

από την ταινία «ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο»
 
*** * ***
«του Μπελογιάννη»

Ο Γράμμος εσυνέφιασεν τα μάτια του βουρκώσαν
του Γκόλιου οι ψηλές κορφές μοιρολογούν και κλαίνε
κι όσες βρυσούλες γάργαρες θολώνουν και στερεύουν
κι η νύχτα απόψε πήχτωσε κι η αυγή δε ροδοσκάει
μήτε του γήλιου οι χρυσές αχτίδες πια ζεσταίνουν
μήτε στου Αιγαίου τα νερά καράβια αρμενίζουν.

Κι ένα πουλί γλυκόλαλο ρωτάει έναν διαβάτη:
-Τι τάχα βάρος έπεσε στη γη την καρποδότρα
κι όλα θρηνούν κι όλα βογγούν με μαύρα μοιρολόγια;
Μήνα φωτιά την έκαψε, μήνα κι αστροπελέκι;
- Μηδέ φωτιά την έκαψε, μηδέ κι αστροπελέκι
ένα λεβέντη πιάσανε φασίστες και κοπέλια
με προδοσια μπαμπέσικη καρτέρι τού 'χαν στήσει.
Λεβέντης είν' στ' ανάστημα, της γης αντρειωμένος,
πόχει λαφιού περπατησιά και μάτια αετήσια
στη σάγητια 'ναι μάστορας λέοντα τόνε κράζουν.
Χίλιοι μπροστά τον πήγαιναν και δυο χιλιάδες πίσω
κι από ζερβά κι από δεξιά με πάλες και με σπάθες
γεμάτοι μίσος και χολή και παν να τον δικάσουν.
Τη δίκη του τοιμάσανε ξένοι και ντόπιοι λύκοι.
Για ν' αρνηθεί τ' αδέλφια του χρυσά φλωριά του τάζουν.
Κι όλοι τριγύρω κάθησαν και τον τηρούν και τρέμουν
σα φύλλα χινοπωρινά πουν' έτοιμα να πέσουν.
Κιτάπια φέρουνε πολλά τόνα κατόπι στ' άλλο.
Κι αφού τα καλοδιάβασαν και κατηγόρησάν τον
πως τάχα κακοφέρθηκε σε νόμους αφεντάδων
ένας απ' τους τρανήτερους σηκώθη και του κρένει:
- Πούθε μωρέ κατάγεσαι και ποιο 'ναι το ονόμα σου;
- Απ' το Μωριά κατάγομαι τον πολυδοξασμένο
πούναι γιατάκι των κλεφτών, κάθε κορφή και δόξα,
κάθε βρυσούλα φλάμπουρο και τ' όνομά μου Νίκος.
- Και ρίζα ποια σ' ανάθρεψε, και ποια 'ναι η συντροφιά σου;
- Η ρίζα μ' είν' ελληνική στον κόσμο ξάκουσμενη
καλόκαρπη 'ν από παλιά - το δίκιο συντροφιά μου.
- Και ποιο 'ναι βρε το γένος σου π' αφέντη δεν ακούει;
- Το γένος μ' είν' περίφανο των Κολοκοτρωναίων
που δεν προσκύνησαν ποτέ διάτα προσκυνημένων,
μήτε σπαθιά φοβήθηκαν βεζύρηδων κι αγάδων.
- Αρνιέσαι βρε το γένος σου μη σ' αφανίσει βόλι
να προσκυνήσεις άρχοντα, στη δούλεψή του νάμπεις;
- Το γένος μου το αγαπώ κι αν χρειαστεί πεθαίνω
να το δοξάσω ως είν' πρεπό, παρά να προσκυνήσω
κοτσαμπασίδικο φλουρί, ζαΐμικο χρυσάφι.
Κι αν τύχει βόλι και με βρει και τη ζωή μου κόψει
ένας εγώ κι αν χαθώ, χιλιάδες θα φυτρώσουν
το γένος να δοξάσουνε κι ότι είν' πρεπό να κάνουν!
Τα πουλημένα τα σκυλιά σαν άκουσαν το Νίκο
λυσσάξανε 'πο το κακό και τον αλυσοδένουν.
Κι αυτός τους βλέπει και γελά πως τρέμουν τη γενιά του
οι ντόπιοι κοτζαμπάσηδες κι οι ξένοι αφεντάδες.
Κι η πόρτα ευτύς γοργάνοιξε, μπουλούκμπασης προβάλλει
και κοντοστέκει δίπλα κει σ' έναν ξενομερίτη
κι αφού κρυφομιλήσανε φετφάν άλλο διαβάζει
και θάνατο σαν πρόσταξε χαμόγελα ο Νίκος
κρατώντας το γαρούφαλο το μοσκομυρισμένο
άλικο σαν το αίμα του, φλογάτ' ως η ψυχή του.
Τα αφέντικα θεριέψανε, αίμα ζητούν να πιούνε
προστάζουν τα μπουλούκια τους κι όλα τα τσαγκαλάκια
το θάνατο γυρεύουνε, οχροί, τ' αντρειωμένου.

Και στο Γουδί τον στήσανε πριν ήλιος να φωτίσει
τρισκόταδο μια Κυριακή -του Μάρτ' ήταν τριάντα
Μ' όλα σύνεργα μαζί κι όλα φαρμάκι στάζαν.
Και στη γλυκιά την ξαστεριά τ' αστέρια π' αραιώναν
πριν να του κόψουν την πνοή, εφώναξε ο λεβέντης:
«Πατρίδα ακριβομάνα μου και σεις αδέρφια σκλάβοι
πετάξτε τούτο το βραχνά, τη λάμια, τη φοβέρα
που μας πατάνε ζωντανούς κι αίμα δικό μας πίνουν
και λυτρωμό στον τόπο μας αδέρφια να γευτούμε.
Παγκόσμια να 'ν' η Χρυσαυγή κι ευτυχισμένη η πλάση
και δίκαια ν' αχτιβολεί στην οικουμένη ο γήλιος».
Τ' άκουσε η γη και τρόμαξε και άρχισε να σιέται
κι ο ουρανός βροντάστραψε κι αστροπελέκια ρίχνει
κι ο κάτω κόσμος χαλασμός, το γίγαντα φοβάται.
Κι από ψηλά ένα σύννεφο μαύρο, ανεμοδαρμένο,
πέφτει στη γη σαν αστραπή, βογγώντας μανιασμένο
και παίρνει την φωνή ψηλά, μαζί του τηνε σέρνει
κι απλώνει την ο άνεμος σ' όλη την οικουμένη.
Τ' άκουσε ο σκλάβος ο λαός και σφίγγει τη γροθιά του
και το κορμί του στήλωσε, το μίσος του θεριεύει
και δίνει όρκο φοβερό και γδικιωμό του τάζει.

Αλέκος Ρεπάντας, Μάρτης 1953
*** * ***
στο Νίκο Μπελογιάννη

Τον ξέρουνε τα ελάτια, τα πλατάνια,
ίδιος μ’ αυτά περήφανος, στητός
αχούν απ’ τη φωνή του τα ρουμάνια
μπρος για τη νίκη, για το κόμμα εμπρός.

Ο Μπελογιάννης ζει μες στην καρδιά μας.
Ο Μπελογιάννης ζει πα στις κορφές.
Ο Μπελογιάννης ζει κι είναι κοντά μας
στων τραγουδιών τις λεύτερες στροφές.

Ζει σ’ όλους τους καιρούς, σ’ όλους τους τόπους
το κάθε σπίτι, σπίτι του δικό.
Ζει ο Μπελογιάννης, ζει με τους ανθρώπους
που χτίζουν έναν κόσμο σοσιαλιστικό.

Και στο τραπέζι της χαράς της πρώτης
στης νίκης της ειρήνης τη γιορτή
ο Μπελογιάννης θάν’ πανηγυριώτης
με κόκκινο γαρούφαλο στ’ αφτί.

Μ’ ένα γαρούφαλο άλικο δικό μας
σαν της γλυκιάς μας άνοιξης δροσιά
πανώριο ματωμένο κι ακριβό μας
απ’ την τρανή της γης λαοαπλωσιά.

Ο Μπελογιάννης ζει άσβεστη δάδα.
Ο Μπελογιάννης ζει μες στις καρδιές
στον κόσμο ειρήνη, ειρήνη στην Ελλάδα
στο μήνυμά του εμπρός κομμουνιστές.

Δημήτρης Ραβάνης - Ρεντής

*** * ***
«Μην καρτεράτε να λυγίσουμε»


Κι εφέτος η πρωτοχρονιά στη φυλακή με βρίσκει
κι άδειο κανίσκι ειν' η καρδιά και μαύροι γύρω μου ίσκιοι.

Κι έτσι καθώς σε σκέφτομαι χαρά που μού 'χεις λείψει
μου σιγοτραγουδά η βροχή του σύννεφου τη θλίψη.

Μην καρτεράτε να λυγίσουμε μήτε για μια στιγμή
μητ' όσο στην κακοκαιριά λυγάει το κυπαρίσσι
έχουμε τη ζωή πολύ, πάρα πολύ αγαπήσει.

Φώτης Αγγουλές

«ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο»

του Νίκου Τζίμα

 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ενημέρωση από το Δ.Σ. του «Καλλίπολις» σχετικά με τις εξελίξεις για το ενοίκιο και τη μετακόμιση

Το εβδομαδιαίο Πρόγραμμα Μαθημάτων & Σεμιναρίων του Χώρου Πολιτισμού & Αλληλεγγύης «Καλλίπολις»

Ένας κύκλος κλείνει - Η πιο όμορφη θάλασσα είναι μπροστά μας: Έκκληση του Δ.Σ. του «Καλλίπολις»